Μπαρκουλησ: Ο αειθαλής γόης της αθηναϊκής νύχτας




Αγαπημένοι αναγνώστες της στήλης μου,
Σήμερα θα σας ταξιδέψω στην ατμόσφαιρα της ένδοξης εποχής, όπου η αθηναϊκή νύχτα έλαμπε με αστέρια και θρύλους σαν τον Νίκο Μπαρκουλη. Ο Μπαρκουλής, όπως τον φώναζαν όλοι, αποτελεί έναν από τους πιο λαμπερούς εκπροσώπους της ελληνικής σόουμπιζ των δεκαετιών '60 και '70. Ο γοητευτικός αυτός άνδρας, με την αξεπέραστη φωνή και το μπρίο του, άφησε το δικό του ξεχωριστό στίγμα στη μουσική σκηνή της χώρας μας.
Στις αθηναϊκές πίστες, ο Μπαρκουλής ήταν ο βασιλιάς. Με την εμφάνισή του だけ, έκανε τις κυρίες να παραμιλούν και τους θαυμαστές να τον αποθεώνουν. Η ερμηνεία του στον «Μαλάκα» του Λευτέρη Παπαδόπουλου έγινε θρυλική, καθώς μετέτρεψε το τραγούδι σε ύμνο για τους ερωτοχτυπημένους. Αλλά και οι ερμηνείες του σε άλλα κλασικά κομμάτια, όπως το «Πόσο λυπάμαι» και το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου», άφησαν εποχή.
Εκτός από τις μουσικές του επιτυχίες, ο Μπαρκουλής ήταν επίσης ένας εξαιρετικός χορευτής. Οι κινήσεις του στη σκηνή ήταν πάντα γεμάτες ενέργεια και χάρη, ενθουσιάζοντας το κοινό. Τα τσα τσα του και τα μπουμπού τα είχε μάθει στο Παρίσι όπου είχε σπουδάσει και δούλευε στο καμπαρέ "Κουκού", για να έρθει κατόπιν στην Ελλάδα και να μαγέψει το αθηναϊκό κοινό.
Ο Νίκος Μπαρκουλής δεν ήταν απλώς ένας καλλιτέχνης. Ήταν μια προσωπικότητα που άφησε τη σφραγίδα της στην ελληνική κοινωνία. Η γοητεία του, το χιούμορ του και η καλοσύνη του τον έκαναν αγαπητό όχι μόνο στο κοινό, αλλά και στους συναδέλφους του. Είχε την ικανότητα να κάνει τους πάντες να νιώθουν άνετα και χαλαρά.
Και όπως πάντα, τα βιώματα από την προσωπική μου ζωή με βοηθούν να ανατρέξω σε εκείνη την εποχή με τρυφερότητα. Θυμάμαι μια βραδιά που τον συνάντησα σε ένα νυχτερινό μαγαζί. Ήταν τόσο φιλικός και προσιτός που ένιωσα ότι τον ήξερα μια ζωή. Με καλοδέχτηκε σαν παλιό φίλο και μου αφιέρωσε ένα τραγούδι. Για μένα, εκείνη η στιγμή ήταν μαγική.
Αγαπητοί φίλοι, ο Νίκος Μπαρκουλής θα μείνει για πάντα στη μνήμη μας ως ο αειθαλής γόης της αθηναϊκής νύχτας. Η μουσική του και η προσωπικότητά του συνεχίζουν να μας εμπνέουν και να μας διασκεδάζουν. Ας τον τιμήσουμε, λοιπόν, με το να θυμόμαστε την κληρονομιά του και να χαρίζουμε τους ίδιους θρύλους και στις επόμενες γενιές.